Κατατέθηκε το βράδυ της Τρίτης στη Βουλή, στο νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομίας για το εμπορικό απόρρητο, η τροπολογία για την προστασία της πρώτης κατοικίας. Η τροπολογία θα συζητηθεί στη Διαρκή Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου.
Με τις διατάξεις της υπόψη τροπολογίας, εισάγονται οι συμφωνηθείσες μεταξύ της κυβέρνησης και των τραπεζών ρυθμίσεις σχετικά με το πλαίσιο προστασίας της κύριας κατοικίας οικονομικά αδύναμων φυσικών προσώπων από την αναγκαστική ρευστοποίηση, με τη δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους, από οποιαδήποτε αιτία, προς πιστωτικά ιδρύματα. Ο νέος νόμος θα τεθεί σε ισχύ από τις 20 Απριλίου 2019 και θα έχει διάρκεια έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019.
Ειδικότερα, μεταξύ άλλων καθορίζονται το πεδίο εφαρμογής των προτεινόμενων ρυθμίσεων και οι προϋποθέσεις επιλεξιμότητας, που απαιτούνται για την υπαγωγή των φυσικών προσώπων στις εν λόγω ρυθμίσεις. Έτσι, πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
Η αξία της προστατευόμενης κύριας κατοικίας να μην υπερβαίνει τα 175.000 ευρώ, αν στις οφειλές περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια και τα 250.000 ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση.
Το οικογενειακό εισόδημα τον αιτούντος φυσικού προσώπου να μην υπερβαίνει τα 12.500 ευρώ, προσαυξανόμενο κατά 8.500 ευρώ για το σύζυγο και κατά 5.000 ευρώ για κάθε εξαρτώμενο μέλος και μέχρι τα τρία εξαρτώμενα μέλη.
Η συνολική ακίνητη περιουσία του αιτούντα, του συζύγου του και των εξαρτημένων μελών αυτού, πέραν της κύριας κατοικίας του καθώς και τα μεταφορικά μέσα του αιτούντα και του συζύγου, να έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 80.000 ευρώ, εφόσον το σύνολο των οφειλών υπερβαίνει τα 20.000 ευρώ.
Το σύνολο των ανεξόφλητων κεφαλαίων να μην υπερβαίνει τις 130.000 ευρώ ανά πιστωτή.
Η υποβολή των αιτήσεων
Σύμφωνα με την τροπολογία ήδη αναπτύσσεται από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) του υπουργείου Οικονομικών, σε συνεργασία με την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.), ψηφιακή πλατφόρμα ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης αιτήσεων, μέσω της οποίας θα διεξάγεται η διαδικασία υποβολής αίτησης και επιλεξιμότητας στο καθεστώς προστασίας της κύριας κατοικίας.
Ακόμη, καθορίζεται η διαδικασία υποβολής της σχετικής αίτησης και συγκεκριμένα ορίζεται η 31η Δεκεμβρίου 2019 ως η προθεσμία υποβολής της αίτησης για την υπαγωγή φυσικών προσώπων στις προτεινόμενες διατάξεις. Την ίδια στιγμή ρυθμίζονται θέματα σχετικά με το κώλυμα υποβολής δεύτερης αίτησης από το ίδιο φυσικό πρόσωπο, τη διαγραφή και επανυποβολή της αίτησης, σε περίπτωση ελλείψεων ή σφαλμάτων, τα στοιχεία που απαιτούνται για την ορθή συμπλήρωση της εν λόγω αίτησης και τα δικαιολογητικά πού υποχρεωτικά πρέπει να τα συνοδεύούν, τα εξαρτώμενα και μη, μέλη της οικογένειας του αιτούντος ή οι νόμιμοι αντιπρόσωποι αυτού, από τούς οποίους πρέπει να συνυπογράφεται η εν λόγω αίτηση.
Η τροπολογία προβλέπει την αυτόματη ανάκτηση στοιχείων από τη βάση δεδομένων τόσο της φορολογικής διοίκησης όσο και των πιστωτικών ιδρυμάτων κατά την υποβολή της αίτησης, καθώς και την υποβολή των ανωτέρω στοιχείων από τον ίδιο τον αιτούντα, σε περίπτωση μη ανάκτησης αυτών, από τις προαναφερόμενες βάσεις δεδομένων. Παράλληλα, προβλέπει τη διαδικασία παροχής άδειας από τον αιτούντα στους συμμετέχοντες πιστωτές και στο Δημόσιο για πρόσβαση, επεξεργασία κ.λπ. τόσο των δεδομένων πού περιλαμβάνονται στην εν λόγω αίτηση όσο και των εγγράφων που τη συνοδεύουν. Η παροχή της ανωτέρω άδειας συνεπάγεται και την άρση του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων και του φορολογικού απορρήτου.
Στην ίδια βάση περιγράφεται η διαδικασία συναινετικής ρύθμισης μεταξύ τον αιτούντα και τον πιστωτή. Ειδικότερα, μεταξύ άλλων προβλέπονται οι πρώτες ενέργειες, όπως η κοινοποίηση της σχετικής αίτησης με τα συνοδευτικά της έγγραφα στους πιστωτές, των οποίων οι απαιτήσεις ζητείται να ρυθμιστούν και το χρονικό περιθώριο (ένας μήνας από την κοινοποίηση της αίτησης) υποβολής πρότασης για τη ρύθμιση της απαίτησης από πλευράς τον πιστωτή.
Όπως ξεκαθαρίζεται στην τροπολογία, η υποβολή της αίτησης διακόπτει τη διαδικασία του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών, σχετικά με τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ιδιωτικών οφειλών.
Η προστασία της πρώτης κατοικίας
Με την τροπολογία καθορίζονται ρητά οι όροι προστασίας της κύριας κατοικίας. Ειδικότερα, προβλέπεται ότι για την προστασία της κύριας κατοικίας τον, ο αιτών καταβάλλει το 120% της αξίας αυτής σε μηνιαίες ισόποσες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, με επιτόκιο ίσο με το Euribor τριμήνου προσαυξημένο κατά 2%.
Αν το 120% της αξίας της κύριας κατοικίας υπερβαίνει το σύνολο των οφειλών που περιλαμβάνονται στην αίτηση, τότε καταβάλλεται το σύνολο των οφειλών σε αντίστοιχες τοκοχρεωλυπκές δόσεις.
Το προαναφερόμενο ποσό καταβάλλεται σε χρονικό διάστημα 25 ετών, το οποίο όμως δεν πρέπει να υπερβαίνει το 80ο έτος της ηλικίας του αιτούντος, εκτός εάν συμβληθεί εγγυητής, αποδοχής των πιστωτών, ευθυνόμενος ως αυτοφειλέτης.
Αν ρυθμίζονται περισσότεροι από ένας πιστωτές, τότε η μηνιαία δόση, πού προκύπτει, επιμερίζεται μεταξύ των ρυθμιζόμενων πιστωτών, ανάλογα με το ποσοστό συμμετοχής τούς σε πλειστηρίασμα πού θα προέκυπτε, αν η κύρια κατοικία πλειστηριαζόταν χωρίς έξοδα εκτέλεσης και χωρίς κατάταξη λοιπών πιστωτών, που δεν αναφέρονται στην αίτηση.
Η τροπολογία προβλέπει ότι με την επιτυχή ολοκλήρωση της ρύθμισης και την πλήρη συμμόρφωση τον οφειλέτη αποσβέννυται το τμήμα των ρυθμισμένων απαιτήσεων που υπερβαίνει το ποσό του 120% της αξίας της κύριας κατοικίας.
Η προσωρινή προστασία
Με την τροπολογία καθορίζεται η διαδικασία και οι προϋποθέσεις για την προσωρινή προστασία της κύριας κατοικίας. Ειδικότερα, μεταξύ άλλων, προβλέπεται ότι αναστέλλεται αυτοδικαίως κάθε πλειστηριασμός της κύριας κατοικίας του αιτούντα, από την κοινοποίηση της αίτησης, αφού προηγουμένως ο οφειλέτης έχει κριθεί επιλέξιμος, και μέχρι τη λήξη της οριζόμενης προθεσμίας.
Ο δικαστής τον πρωτοβάθμιου ή τον δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί η αίτηση, μπορεί, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, ύστερα από σχετικό αίτημα τον αιτούντος, που κρίθηκε επιλέξιμος, αλλά για οποιοδήποτε λόγο δεν ρύθμισε συναινετικά μία ή περισσότερες οφειλές τον, να εκδώσει υπέρ αυτού προσωρινή διαταγή, υπό τις οριζόμενες προϋποθέσεις, με την οποία παρατείνεται η αναστολή μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης.
Ο αιτών, που κρίθηκε μη επιλέξιμος, μπορεί, να αναστείλει τον πλειστηριασμό της κύριας κατοικίας τον, σύμφωνα με το άρθρο 1000 τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Η αναστολή εκτέλεσης δεν εμποδίζει την επιβολή αναγκαστικής εκτέλεσης ή ασφαλιστικών μέτρων για την κύρια κατοικία τον αιτούντος, αρκεί να μην πραγματοποιηθεί πλειστηριασμός, ούτε τη λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης ή ασφαλιστικών μέτρων στην υπόλοιπη περιούσία του οφειλέτη ούτε την άσκηση αγωγής ή την έκδοση διαταγής πληρωμής για τις απαιτήσεις, των οποίων ζητείται η ρύθμιση.
Η επιδότηση της δόσης
Η τροπολογία προβλέπει τη συνεισφορά του Δημοσίου στις μηνιαίες καταβολές του αιτούντος για τη ρύθμιση των οφειλών του. Η συνεισφορά αυτή καταβάλλεται σε ειδικό ακατάσχετο λογαριασμό με δικαιούχο τον οφειλέτη, δεν κατάσχεται ούτε συμψηφίζεται, ενώ για την έγκριση και καταβολή της, δεν απαιτείται φορολογική ή ασφαλιστική ενημερότητα τον οφειλέτη.
Η συνεισφορά τον Δημοσίου διαρκεί για όσο χρόνο διαρκεί η ρύθμιση και διακόπτεται αν ο δικαιούχος καθυστερήσει την καταβολή τον ποσού που βαρύνει τον ίδιο. Στη βάση αυτή, αναφέρονται οι λόγοι έκπτωσης του αιτούντος από την εγκρι0είσα συνεισφορά και προβλέπεται η αναζήτηση, εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου, όλων των ποσών που κατέβαλε, σε περίπτωση που ο οφειλέτης εκπέσει ως προς οποιονδήποτε πιστωτή.
Σύμφωνα με την έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που συνοδεύει την τροπολογία από τις προτεινόμενες διατάξεις προκαλούνται, επί τον κρατικού προϋπολογισμού, δαπάνη, από τη συνεισφορά τον Δημοσίου στις μηνιαίες καταβολές τον αιτούντος προς ρύθμιση οφειλών, η οποία εκτιμάται ότι σε ετήσια βάση θα ανέρχεται σε 200 εκατ. ευρώ περίπου ενώ για το τρέχον έτος περιορίζεται στα 150 εκατ. ευρώ περίπου, αλλά και δαπάνη από τη δημιουργία της ψηφιακής πλατφόρμας ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης των αιτήσεων για την ένταξη στο καθεστώς προστασίας της κύριας κατοικίας (για το ύψος της οποίας δεν παρασχέθηκαν στοιχεία).
Το ΓΛΚ αναφέρεται και σε ενδεχόμενη υστέρηση εσόδων, από την εξαίρεση του Δημοσίου από τη δυνατότητα αίτησης και λήψης δικαστικής άδειας για επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης στην κύρια κατοικία, όταν η λοιπή περιουσία του οφειλέτη δεν επαρκεί για την ικανοποίηση του συνόλου των πιστωτών.
Πηγή: www.cnn.gr
Discussion about this post