Έβρος: η κιβωτός της σοφίας
«Χριστούγεννα για τους Εβρίτες είναι ο τρόπος να ζήσουν και να μοιραστούν. Είναι επίσης η εξαιρετική τους ευκαιρία να τιμήσουν τους προπάτορές τους, καθώς παραδίδουν στις επόμενες γενιές την κιβωτό της γιορτινής σοφίας όπως οι ίδιοι την παρέλαβαν» εξηγεί η δημοσιογράφος- συγγραφέας Ιωάννα Παρασχάκη μιλώντας για γιορτές που έρχονται από τον κόσμο του παππού και της γιαγιάς προχωρώντας στον κόσμο του μέλλοντος. «Το χαρμόσυνο και ελπιδοφόρο μήνυμα της γέννησης του Χριστού πλημμυρίζει αγάπη αφθονία και ζεστασιά τα σπίτια και τις καρδιές των οικογενειών των αγροτικών νοικοκυριών του Έβρου.
Αιώνες τώρα, Χριστουγεννιάτικες παραδόσεις κάλαντα, διηγήσεις, τελετουργίες ξεδιπλώνονται στις πλατειές, τις γειτονιές και τα σπίτια του Έβρου οδηγώντας μικρούς και μεγάλους στην καρδιά της γιορτής. Το τζάκι ανάβει. Τα αρωματικά κουκουναριά σκορπίζουν το μοναδικό τους άρωμα μαζί με ξυλάκια της ρίγανης που μπαίνουν και αυτά στη φωτιά. Αναποδογυρίζουν ένα κεραμίδι, καίνε μέσα το λιβάνι και θυμιατίζουν. Έτσι φεύγουν οι καλικάντζαροι! Τα ολόμαλλα στρωσίδια φιλοξενούν το ‘σοφρά με τα νηστίσιμα εννέα φαγιά’. Γύρω απ’ το σοφρά τιμούν την Παναγία λίγες ώρες πριν από τη γέννηση του Χριστού. Πεπόνι που το φύλαξαν μέσα στ’ άχυρα, σταφύλι που το κρέμασαν από τα ξύλα στο ταβάνι για να το γευτούν το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων. Κυδώνι, μπιμπιρίτσα, λάχανο τουρσί ,αλάτι, φασόλια χωρίς λαδί, ψωμί» περιγράφει.
Και βέβαια Θρακιώτικα κάλαντα: ‘Σαράντα μέρες σαράντα νύχτες η Παναγία μας κοιλοπονούσε’ τραγουδάνε οι γιαγιάδες όσο ετοιμάζουν τις κουλούρες για τα μικρά παιδιά, από καλαμπόκι και σιτάρι. ‘Κόooλιντα μπάμπου δώσι μια κλουρίτσα. Ας είνι σταρίσια ας είναι καλαμπκίσια’ καλαντίζουν τα παιδιά την παραμονή των Χριστουγέννων. Οι νοικοκυρές ανταποκρίνονται στο αίτημα περνώντας την κουλούρα στις βεργούλες που κρατάνε τ’ αγόρια στα χέρια τους.
Μπάμπω και…Αράπης
«Στη γιορτινή αγκαλιά των Χριστουγέννων, οι Εβρίτες φυλάνε καλά κρυμμένη αιώνες τώρα τη συνταγή της μπάμπως. Το κύριο συστατικό της η αγάπη για όσους θα τη γευτούν στο Χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Η αχνιστή μπάμπω βράζει από τα χαράματα στο τζάκι. Ζυμωτό ψωμί, αρωματικό ρουμπινί σπιτικό κρασί. Αυτό είναι το σκηνικό που ακολουθεί μετά από την πρωινή Χριστουγεννιάτικη Θεία Λειτουργία. Στις γειτονιές πολλών χωριών ήδη ο Αράπης βάφει το πρόσωπό του και κρεμάει τα κουδούνια του. Καλεί μαζί με την Κορτοπούλα τους χωρικούς να ξεχυθούν στους δρόμους. Ο Αράπης και η Κορτοπούλα συμβολίζουν την αέναη μάχη ανάμεσα στο σκοτάδι και το φως που πάντα θα κερδίζει μαζί με το καλό. Γιορτή και χορός ακολουθεί» καταλήγει η κ. Παρασχάκη με την ευχή «Ο Θεός το καλό».
Δωδεκαήμερο στον Ίασμο Ροδόπης
Γηγενείς οι κάτοικοι του Ιάσμου, καταγόμενοι από την Βυζαντινή Αναστασιούπολη, τηρούν τις παραδόσεις του Δωδεκαήμερου, με μεγάλο σεβασμό στη θρησκεία. Το 1922 προστέθηκαν στον πληθυσμό πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία και στη συνέχεια οικογένειες Σαρακατσάνων. Τα έθιμα παρέμειναν αναλλοίωτα και μάλιστα συναντάμε κοινά στοιχεία σε όλους τους διαβιούντες στο όμορφο χωριό.
Η νηστεία ξεκινούσε με την είσοδο της Σαρακοστής ενώ μια εβδομάδα πριν τα Χριστούγεννα οι γυναίκες καθάριζαν τα σπίτια. Την Παραμονή των Χριστουγέννων ζύμωναν το Χριστόψωμο κι έφτιαχναν τον οφτό. Οι άντρες, όσοι είχαν γουρούνια, βοηθούσε ο ένας τον άλλον για να τα σφάξουν. Το βράδυ, το τραπέζι στρωνόταν με 9 φαγητά, αριθμός που συμβολίζει τους 9 μήνες κύησης της Παναγίας, με τον περίφημο οφτό, (βρασμένο πλιγούρι) που τοποθετούσαν στο κέντρο του τραπεζιού (σοφράς), με αναμμένο κερί, το Χριστόψωμο, ένα ρόδι, κρασί και νηστίσιμα μαγειρεμένα φαγητά. «Μόλις σουρούπωνε, ο νοικοκύρης έπαιρνε ένα ξύλο κρανιάς που έκαιγε στο τζάκι όλο το Δωδεκαήμερο για να μην μαγαρίσουν οι Καλικάτζαροι που έμπαιναν από το τζάκι τα φαγητά. Τα παιδιά μάζευαν 12 δεμάτια με 12 ξυλάκια το καθένα και τα χρησιμοποιούσαν κάθε μέρα για προσάναμμα για ν’ ανάβουν φωτιά. Μόλις σουρούπωνε, η νοικοκυρά έστρωνε το τραπέζι και μαζευόταν η οικογένεια. Ο νοικοκύρης θύμιαζε το τραπέζι και έκοβε το Χριστόψωμο που είχε το σχήμα σταυρού με προζύμι και διάφορα σύμβολα, αμπελόφυλλα, σιτάρι, άχυρο, ανάλογα με τις καλλιέργειες. Μέσα, τοποθετούσε νόμισμα τυλιγμένο με κόκκινη κλωστή, σήμα ευημερίας» περιγράφει ο Ιασμιώτης Μόσχος Μυλωνάς προσθέτοντας ότι δεν ξέστρωναν το τραπέζι για να κατέβουν να φάνε η Παναγία με τον Χριστό.
Τα χαράματα ξυπνούσαν και πήγαιναν με τα φαναράκια στην εκκλησία και μετά τη λειτουργία τα παιδιά επισκέπτονταν παππούδες και συγγενείς να ευχηθούν και να πάρουν το μπαξίσι.
Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, τα παιδιά έβγαιναν το ηλιοβασίλεμα και με το κόλεντο (ξύλινο σφυρί) χτυπούσαν τις εξώπορτες των σπιτιών και τραγουδούσαν. Οι νοικοκυρές έδιναν στα παιδιά σύκα, καρύδια, αμύγδαλα, σταφίδες και οι συγγενείς κάποιο νόμισμα. Ο κ. Μυλωνάς εξηγεί ότι το βραδινό τραπέζι στρωνόταν με την κρεατόπιτα που ψηνόταν στο τζάκι. «Και στην κρεατόπιτα η νοικοκυρά έφτιαχνε το σήμα του σταυρού, έβαζε νόμισμα τυλιγμένο με κόκκινη κλωστή, ένα κομμάτι κληματσίδα από κληματόβεργα και όσοι είχαν ζώα ένα άχυρο κι ένα κομμάτι κρανιά για να είναι γεροί. Ο νοικοκύρης θύμιαζε, έκοβε μερίδες για τον Αϊ Βασίλη, το σπίτι και όλη την οικογένεια με σειρά ηλικίας. Αυτός που έβρισκε το νόμισμα ήταν τυχερός, όποιος τύχαινε την κληματόβεργα θα ήταν υπεύθυνος για τα αμπέλια». Την επόμενη μέρα στις 12:00, ο νοικοκύρης έπαιρνε από το σπίτι φασόλια, ρεβίθια, σιτάρι, καλαμπόκι, ανάλογα με τις καλλιέργειες που έσπερνε και τα έριχνε από εκεί που τρέχει το νερό στη βρύση της γειτονιάς λέγοντας ‘όπως τρέχει το νερό να τρέχει το μπερεκέτι μας’.
Οι μέρες κυλούσαν με επισκέψεις σε συγγενικά σπίτια. Ο κ. Μυλωνάς αναφέρει ότι από την Παραμονή των Χριστουγέννων μέχρι την Παραμονή Φώτων δεν έπλεναν, ούτε λούζονταν γιατί τα νερά ήταν μαγαρισμένα από τους Καλικάντζαρους κι επίσης δεν κυκλοφορούσαν αργά, εκτός αν είχαν φανάρι μαζί τους.
«Την Παραμονή των Φώτων, πήγαιναν νύχτα στην εκκλησία κι έπαιρναν αγιασμό να ρίξουν στο σπίτι και το βράδυ γυρνούσε ο ιερέας στα σπίτια και φώτιζε. Ήταν μέρα που νήστευαν και από λάδι και την επόμενη πήγαιναν στην εκκλησία και με το πέρας της λειτουργίας γίνονταν ο αγιασμός στο σιντριβάνι της πλατείας, όπου έριχναν τον σταυρό» καταλήγει.
«Στη γιορτινή αγκαλιά των Χριστουγέννων, οι Εβρίτες φυλάνε καλά κρυμμένη αιώνες τώρα τη συνταγή της μπάμπως. Το κύριο συστατικό της, η αγάπη για όσους θα τη γευτούν στο Χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Η αχνιστή μπάμπω βράζει από τα χαράματα στο τζάκι. Ζυμωτό ψωμί, αρωματικό ρουμπινί σπιτικό κρασί. Αυτό είναι το σκηνικό που ακολουθεί μετά την πρωινή Χριστουγεννιάτικη Θεία Λειτουργία. Στις γειτονιές πολλών χωριών, ήδη ο Αράπης βάφει το πρόσωπό του και κρεμάει τα κουδούνια του. Καλεί, μαζί με την Κορτοπούλα, τους χωρικούς να ξεχυθούν στους δρόμους. Ο Αράπης και η Κορτοπούλα συμβολίζουν την αέναη μάχη ανάμεσα στο σκοτάδι και το φως, που πάντα θα κερδίζει μαζί με το καλό. Γιορτή και χορός ακολουθούν», καταλήγει η κα Παρασχάκη, με την ευχή «Ο Θεός το καλό».
Πηγή: www.ypaithros.gr
Discussion about this post