Μπορούμε να βρούμε κάτι, αν όχι θετικό (που θα ήταν αδύνατο), αλλά τουλάχιστον ακριβές, και που να δίνει τροφή στη σκέψη, στα δύο γεγονότα που απασχόλησαν τον τελευταίο καιρό τον πλανήτη (στην Ιταλία και στο Ισραήλ) και συμβάλλουν λίγο περισσότερο στο σημερινό χάος;
Αν μπορούμε να το κάνουμε, σημαίνει ότι μπορούμε, και μάλιστα οφείλουμε, να προσπαθήσουμε να συγκρίνουμε αυτά τα γεγονότα. Να συγκρίνουμε, παρά τις διαφορές, όσα έγιναν στην Ιταλία με αυτά που έγιναν στο Ισραήλ. Γιατί και στις δύο αυτές περιπτώσεις, αυτό που πρέπει πρώτα απ’όλα να πούμε είναι ότι δεν πρόκειται για προβλήματα ουσίας ή ταυτότητας, αλλά για προβλήματα πολιτικά και προβλήματα ευθύνης. Το να λέμε ότι τα προβλήματα είναι πολιτικά σημαίνει ότι απορρέουν από συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές και πράξεις, και όχι από την ίδια την ταυτότητα ενός λαού ή ενός έθνους.
Μια συγκεκριμένη πολιτική βρίσκεται πίσω από την παράδοξη κυβερνητική συμμαχία ανάμεσα στη Λέγκα και τα Πέντε Αστέρια στην Ιταλία, όπως μια συγκεκριμένη πολιτική μιας συγκεκριμένης κυβέρνησης οδήγησε και στην αφόρητη αιματοχυσία στη Γάζα. Ας μείνουμε λοιπόν στις δηλώσεις, στις επιλογές και στις πολιτικές πράξεις, και θα δούμε να σκιαγραφούνται ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά. Με πρώτο από αυτά τα χαρακτηριστικά, υπεύθυνο και ένοχο σχεδόν παντού, την εθνικιστική ή ακόμη και υπερεθνικιστική πολιτική. Δεν είναι τα έθνη υπεύθυνα για τις πολιτικές, αλλά οι πολιτικές που φέρνουν αντιμέτωπα τα έθνη. Και αυτό, περιέργως, με υπερεθνικό τρόπο, γιατί δεν υπάρχει σήμερα τίποτα πιο διεθνές (και κατά συνέπεια εκ των πραγμάτων συγκρίσιμο) από τους χειρότερους εθνικισμούς.
Δεν μπορούμε όμως φυσικά να μείνουμε εκεί και να αρκεστούμε στη διαπίστωση ενός κύματος που μοιάζει να φουσκώνει. Γιατί τότε η σύγκριση, έστω και ακριβής, απλώς θα επιτείνει την αδυναμία. Πρέπει να πάμε πιο μακριά. Υπάρχουν δύο ακόμη σημαντικά χαρακτηριστικά. Το ένα είναι πολύ απλό, αλλά παραμένει κεντρικό: οι εθνικισμοί αυτοί, τόσο στο Ισραήλ όσο και στην Ιταλία, στηρίζονται πάντα στη δαιμονοποίηση ενός τρίτου μέρους, ενός «διαφορετικού», εκεί των Παλαιστινίων, εδώ των προσφύγων, ενός διαφορετικού που δεν αντιμετωπίζεται πλέον καν ως τέτοιος, μιας διαφορετικότητας που παραμελούμε τόσο στους άλλους όσο και στον εαυτό μας. Ο νόμος του κλεισίματος, του αποκλεισμού ως ιδεολογικής δύναμης, εξακολουθεί να προκαλεί προβλήματα. Τι θα του αντιτάξουμε λοιπόν; Μια πολιτική της διαφορετικότητας και του ανοίγματος; Ναι, φυσικά, χωρίς δισταγμό. Και όχι μόνο της διαφορετικότητας και του ανοίγματος προς τους άλλους, αλλά και προς τον εαυτό μας, αφού η διαίρεση είναι μέσα «μας», στον καθένα από μας.
Αλλά ούτε αυτό είναι αρκετό. Υπάρχει ένα δεύτερο κοινό χαρακτηριστικό ανάμεσα στα δύο αυτά γεγονότα, ίσως πιο απροσδόκητο αλλά όχι λιγότερο σοβαρό, που υποδεικνύει μια άλλη γραμμή αντίστασης. Και αυτό είναι ότι στις δύο περιπτώσεις δεν υπάρχει μόνο περιφρόνηση του «άλλου», αλλά και του δικαίου και των θεσμών. Κι αυτό, από την πλευρά καθεστώτων που θέλουν να λέγονται «δημοκρατίες».
Τα δύο κόμματα που ετοιμάζονται να συνεργαστούν στην Ιταλία έχουν ως κοινό τους σημείο την περιφρόνηση όχι μόνο των ξένων, αλλά και των θεσμών και του «συστήματος», της ίδιας της δημοκρατίας. Και αυτό που έβαλε βέβαια φωτιά στη Γάζα είναι η μονομερής απόφαση του αμερικανού προέδρου να μετακινήσει την πρεσβεία του στην Ιερουσαλήμ, κάτι που παραβιάζει τους εύθραυστους νόμους του διεθνούς δικαίου.
Δεν αρκεί λοιπόν να απαιτήσουμε μια πολιτική της διαφορετικότητας και των ανοιγμάτων. Πρέπει επίσης να υπερασπιστούμε τους θεσμούς και τα δικαιώματα. Πρώτα σε εθνικό επίπεδο, όταν το επιτρέπουν οι δημοκρατικοί κανόνες τους οποίους πρέπει πάντα να ενισχύουμε. Αλλά και σε διεθνές επίπεδο. Πρέπει να δημιουργηθεί μια Διεθνής των δικαιωμάτων και των θεσμών. Που θα στηρίζει όσους μάχονται εναντίον των πολιτικών που υπονομεύουν αυτούς τους θεσμούς. Να τι μπορούμε να σκεφτούμε και να δημιουργήσουμε για να αντισταθούμε.
(*) Ο Φρεντερίκ Βορμς είναι καθηγητής φιλοσοφίας στην Ecole normale superieure, διευθυντής του Διεθνούς Κέντρου Μελέτης της Σύγχρονης Γαλλικής Φιλοσοφίας (CIEPFC) και μέλος της Εθνικής Συμβουλευτικής Επιτροπής Ηθικής της Γαλλίας.
(Πηγή: Libération)
Discussion about this post