Ομόφωνα αποδεκτές έγιναν από την Επιτροπή Ανταγωνισμού οι δεσμεύσεις που προτάθηκαν από την εταιρεία Roma Pizza ΑΕΒΕ, για παύση πιθανολογούμενης από μέρους της παράβασης στην αγορά παροχής υπηρεσιών ταχείας εστίασης.
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, η υπόθεση διερευνήθηκε μετά από καταγγελία και οι κάθετες πρακτικές που εξετάστηκαν και οι δεσμεύσεις που ανέλαβε η εταιρεία αφορούν τους όρους των συμβάσεων δικαιόχρησης που συνάπτει ως δικαιοπάροχος με τα μέλη του δικτύου της, καθώς και τις πρακτικές που εφαρμόζει στη συναλλακτική της σχέση με τους δικαιοδόχους της.
Ειδικότερα, η εταιρεία Roma Pizza ΑΕΒΕ δεσμεύθηκε ιδίως ως προς τα ακόλουθα:
Ως προς το ζήτημα της εδαφικής προστασίας, οι συμβάσεις δεν θα περιλαμβάνουν όρο περιορισμού των ενεργητικών πωλήσεων των μελών του δικτύου σε άλλες παραχωρηθείσες περιοχές ή ομάδες πελατών. Επιπλέον, παρόλο που δεν εντοπίστηκαν στοιχεία έμπρακτου περιορισμού των παθητικών ή και ενεργητικών πωλήσεων μέσω της χρήσης του τηλεφωνικού κέντρου για παραγγελιοληψία ή μέσω του διαδικτύου, αποσαφηνίζεται ότι οι δικαιοδόχοι δύνανται, εφόσον το επιθυμούν, να εγκαθιστούν και να λειτουργούν δικές τους ιστοσελίδες, και να διενεργούν ηλεκτρονικές πωλήσεις των προϊόντων τους σε διαδικτυακές πλατφόρμες τρίτων, με τον όρο ότι θα τηρούν ενδεχόμενες ποιοτικές προδιαγραφές προκειμένου να διασφαλιστεί η ενιαία εικόνα του δικτύου.
Ως προς τον ενδεχόμενο περιορισμό των αμοιβαίων προμηθειών εντός του δικτύου, ο δικαιοπάροχος αναλαμβάνει να αποσαφηνίσει τις συμβάσεις του, ώστε να είναι σαφές ότι κάθε δικαιοδόχος του δικτύου μπορεί να προμηθεύει όλους τους υπόλοιπους δικαιοδόχους του δικτύου, αν το επιθυμεί, ενώ, επίσης, αποσαφηνίζεται το εύρος της υποχρέωσης μη ανταγωνισμού μετά τη λύση της σύμβασης.
Ως προς την ενδεχόμενη προώθηση συγκεκριμένου σήματος, αποσαφηνίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις υπό τους οποίους αυτή μπορεί να θεωρηθεί απαραίτητη για τη διασφάλιση ποιότητας, και να θεωρηθεί, συνεπώς, ότι έχει δικαιολογητικό έρεισμα, κατά την εφαρμογή του άρθρου 1 ν. 3959/2011.
Ως προς τον ενδεχόμενο καθορισμό τιμών μεταπώλησης, παρότι δεν προέκυψαν στοιχεία που να κατατείνουν σε αντίστοιχο συμβατικό περιορισμό, ούτε στοιχεία έμμεσου καθορισμού τιμών με τη χρήση του λογισμικού συστήματος, αποσαφηνίζεται ότι ο δικαιοδόχος δύναται να πωλεί σε χαμηλότερες τιμές από τις προτεινόμενες από τον δικαιοπάροχο μέγιστες τιμές, με την έκδοση σχετικών προς τούτο τιμοκαταλόγων – φυλλαδίων, ή να προβαίνει με τα ίδια μέσα, είτε μέσω διαδικτύου, σε σχετικές προσφορές αναφορικά με το κατάστημά του, και να συμμετέχει σε κατά καιρούς συγκεκριμένες προσφορές περιορισμένης χρονικής διάρκειας του δικαιοπαρόχου.
Η απόφαση αποδοχής δεσμεύσεων δεν διαλαμβάνει οριστική κρίση του Τμήματος της Επιτροπής ως προς τη διαπίστωση ή μη παράβασης, ενώ σε περίπτωση παράλειψης συμμόρφωσης µε τις εν λόγω δεσμεύσεις, η Επιτροπή δύναται να επιβάλει τα προβλεπόμενα στο νόµο πρόστιµα.
Το τμήμα της Επιτροπής Ανταγωνισμού απέρριψε τις λοιπές αιτιάσεις των καταγγελλόντων σε σχέση με φερόμενες πρακτικές αθέμιτων συμπράξεων (άρ. 1 ν. 3959/2011 και 101 ΣΛΕΕ), κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης (άρ. 2 ν. 3959/2011 και 102 ΣΛΕΕ) και κατάχρησης σχέσης οικονομικής εξάρτησης (άρ. 2α προϊσχύσαντος ν. 703/1977) και έκρινε ότι δεν συντρέχουν λόγοι περαιτέρω δράσης της Επιτροπής στη συγκεκριμένη υπόθεση.
Discussion about this post