Τον Μάρτιο του 2016, ο Σύρος Μοχάμαντ Α. πάτησε το πόδι του στο ελληνικό έδαφος. Η στάθμη του ποταμού Έβρου ήταν χαμηλή εκείνες τις μέρες κι έτσι το πέρασμα έγινε γρήγορα και χωρίς μεγάλο ρίσκο. Ο πρόσφυγας είχε βρει τον διακινητή στην Κωνσταντινούπολη, μέσω κινητού που λειτουργούσε σαν «τηλεφωνικό κέντρο» και κυκλοφορούσε από χέρι σε χέρι, γραμμένο πάνω σε χαρτάκια, μεταξύ των χιλιάδων εγκλωβισμένων που ονειρεύονταν να φθάσουν στην Κεντρική Ευρώπη.
Ο Μοχάμαντ πλήρωσε στον διακινητή 1.800 ευρώ. Η συμφωνία ήταν να τον μεταφέρει από τα ελληνο-τουρκικά σύνορα στα Σκόπια· ακουγόταν έντονα ότι το πέρασμα στην Ειδομένη ανά πάσα στιγμή θα έκλεινε και όλοι βιάζονταν.
Ο «σύνδεσμος» του διακινητή οδήγησε το γκρουπ των προσφύγων λίγες εκατοντάδες μέτρα από τον Έβρο, σε ένα λευκό φορτηγό με καρότσα, κάτω από την οποία είχε δημιουργηθεί κρύπτη ύψους μόλις 35 εκατοστών. Εκεί μέσα χώθηκαν τουλάχιστον 30 άτομα, με προορισμό τη Θεσσαλονίκη. Το ίδιο δρομολόγιο επαναλήφθηκε δεκάδες φορές. Και οι οδηγοί φέρεται να έλεγαν, κάθε τόσο, στο τηλέφωνο: «Κατεβαίνω στη Σούλα για ποτό με 30 ψάρια» και «Ελπίζω να μην πετύχω μαμούνια στον δρόμο». Εκτός από τους άγνωστους συνομιλητές, όμως, τους διαλόγους «άκουγε» και η Αστυνομία.
Η μεταφορά στη Θεσσαλονίκη ήταν το τρίτο μέρος του σχεδίου, μετά το πέρασμα του Έβρου και το δρομολόγιο στην κρύπτη. Οι πρόσφυγες έμεναν για λίγα 24ωρα σε μαντριά και άλλα πρόχειρα καταλύματα έξω από την πόλη. Το επόμενο πρωί, τους παραλάμβαναν ταξί και τους οδήγησαν στο αστυνομικό μέγαρο για να καταγραφούν. Κι αμέσως μετά, κατευθύνονταν προς την Ειδομένη. Στις παρυφές του άθλιου προσφυγικού καταυλισμού, θα αναζητούσαν τον επόμενο «σύνδεσμο» για το γρήγορο πέρασμα στα Σκόπια και πιο πάνω, στα σύνορα με τη Σερβία. Από εκεί και πέρα, ο «Θεός ήταν μεγάλος». Εξάλλου, τα 1.800 ευρώ για τη διαδρομή από τον Έβρο ως τα σέρβικα σύνορα, δεν ήταν και τόσο μεγάλο ποσό, συγκριτικά με όσα βρίσκονταν μπροστά τους.
Φωτογραφία οχήματος του δικτύου, που έδωσε στη δημοσιότητα η Αστυνομία.
Τα σύνορα Ελλάδας-ΠΓΔΜ σφραγίστηκαν τον Φεβρουάριο του 2016. Τον Μάιο η Ειδομένη εκκενώθηκε και στα μέσα Ιουλίου της ίδιας χρονιάς, η Διεύθυνση Αλλοδαπών Θεσσαλονίκης κάλεσε τους δημοσιογράφους σε συνέντευξη Τύπου, ώστε να ανακοινώσει την εξάρθρωση του «μεγαλύτερου δικτύου διακινητών τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα», όπως είπε ο τότε επικεφαλής της υπηρεσίας, Γιώργος Παντελάκος. Την περασμένη Δευτέρα, η υπόθεση έφθασε στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, όπου δικάστηκαν συνολικά 23 άτομα. Στον κατηγορούμενο ως επικεφαλής του δικτύου των διακινητών, έναν 53χρονο Έλληνα από χωριό του Έβρου, ο οποίος είχε συλληφθεί και παλιότερα για την ίδια «δουλειά», επιβλήθηκε ποινή κάθειρξης 1.489 ετών. Εκτιτέα είναι τα 25 χρόνια, σύμφωνα με τον ποινικό κώδικα, όμως ένα εντυπωσιακό ρεκόρ καταγράφηκε.
Από τα στοιχεία της δικογραφίας, προκύπτει η λειτουργία δύο εγκληματικών οργανώσεων, με πρόσωπα κοινού ενδιαφέροντος. Αρχηγός του πρώτου θεωρήθηκε ο 53χρονος Έλληνας, ενώ του δεύτερου ένας 27χρονος ομογενής από την Αρμενία. Στο πρώτο κύκλωμα η Αστυνομία χρέωσε τουλάχιστον 23 διακινήσεις, συνολικά 400 προσφύγων και μεταναστών, με κέρδος που υπολογίστηκε στις 320.000 ευρώ. Στο δεύτερο χρεώθηκαν 16 δρομολόγια, συνολικά 200 ανθρώπων, με κέρδη 360.000 ευρώ. Οι τιμές δεν ήταν φιξ. Τα μέλη του πρώτου κυκλώματος έκαναν συνήθως καλύτερες τιμές. Χρέωναν 800 ευρώ για κάθε άτομο, το οποίο ανέβηκε στα 1.000 όταν τα σύνορα έκλεισαν και αναγκάστηκαν να μεταφέρουν τη βάση τους στην Αθήνα.
«Τα μαμούνια» και η «Σούλα»
Κατασχέθηκαν δύο φορτηγά, τρία ταξί που έβαζαν το ταξίμετρο να γράφει κανονικά σε περίπτωση που κάτι στράβωνε στον δρόμο, πέντε ΙΧ επιβατικά που λειτουργούσαν ως προπομποί, χρήματα, δεκάδες κινητά τηλέφωνα και πλαστές πινακίδες. Η Αστυνομία συνέδεσε την υπόθεση και με τον εντοπισμό, τον Απρίλιο του 2016, ενός φορτηγού, στο οποίο είχαν κρυφτεί 17 μετανάστες από το Πακιστάν. Τότε, είχε συλληφθεί και ο άνθρωπος που κατασκεύασε την κρύπτη στο όχημα, λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Θεσσαλονίκη.
Σε αυτό το άνοιγμα κρύβονταν έως και 30 άτομα σε κάθε δρομολόγιο.
Οι διακινητές πετούσαν τα κινητά τηλέφωνα μετά από κάθε δρομολόγιο, ωστόσο ο κοριός της Αστυνομίας κατέγραψε συνομιλίες και κωδικοποιημένες φράσεις αλά Ταραντίνο. Οι διακινητές, όταν αναφέρονταν στους συνοριοφύλακες και τους υπόλοιπους αστυνομικούς που έστηναν μπλόκα κατά μήκος της διαδρομής, τους αποκαλούσαν «μαμούνια», «σκουπίδια» ή «σκυλιά». Τα φορτηγά που μετέφεραν ανθρώπους, ονομάζονταν «σκουπιδιάρικα» και οι μετανάστες «σουβλάκια», «πιτσούνια» και «ψάρια». Την πόλη της Θεσσαλονίκης, που ήταν η πρώτη στάση μετά τον Έβρο, την αποκαλούσαν «Σούλα». Μιλούσαν για «πάρτι ή ποτάκι με ψάρια απόψε στη Σούλα», εννοώντας τα μαύρα τα δρομολόγια μεταναστών και προσφύγων.
Για την ίδια υπόθεση, καταδικάστηκαν την περασμένη Δευτέρα ακόμη 22 άτομα – μεταξύ αυτών Αλβανοί και Ιρακινοί, που λειτουργούσαν ως «σύνδεσμοι». Στον καθένα επιβλήθηκαν, κατά συγχώνευση, ποινές από 200 έως 300 χρόνια. Επίσης, καταδικάστηκε ένας οδηγός ταξί, που κρίθηκε ότι είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στη διακίνηση. Όλοι οδηγήθηκαν στη φυλακή.
Ο «Τζαμάλ ο Παλαιστίνιος»
Στο μεταξύ, σε άλλη υπόθεση, κρατείται στη Θεσσαλονίκη, περιμένοντας να δικαστεί, ο Παλαιστίνιος Jamal Owda, 28 ετών, επικεφαλής δικτύου, το οποίο, από το 2014, φέρεται να διακινούσε έως και 100 ανθρώπους την ημέρα, από τα τουρκικά παράλια, στην Ειδομένη και από εκεί στην Κεντρική Ευρώπη. Τα κέρδη των διακινητών υπολογίζονται σε 10 εκατ. ευρώ.
Ο Owda συνελήφθη το περασμένο καλοκαίρι στην Αγγλία και εκδόθηκε στην Ελλάδα. Σε 15 κατηγορούμενους για την ίδια υπόθεση -διακινητές, οδηγούς, μεσάζοντες- δικαστήριο της Θεσσαλονίκης επέβαλε ποινές κάθειρξης συνολικού ύψους 155 ετών κι επίσης χρηματικές ποινές 600.000 ευρώ.
Στη δικογραφία περιγράφονται τουλάχιστον 144 περιπτώσεις διακίνησης μεταναστών και προσφύγων. Τηλέφωνο, που φέρεται να χρησιμοποιούσε ο Jamal Owda, βρέθηκε στην κατοχή 150 μεταναστών στην Αυστρία. Το κόστος μέχρι τη Σερβία ήταν 1.500 ευρώ το άτομο. Για να συνεχίσουν το ταξίδι όσοι επέλεγαν το δίκτυο «του Τζαμάλ του Παλαιστίνιου», όπως ήταν γνωστός, έπρεπε να πληρώσουν περισσότερα. Στη δικογραφία αναφέρονται διάφορα δραματικά περιστατικά, αλλά και ευτράπελα, όπως για παράδειγμα ότι ένας Έλληνας κι ένας Αλβανός είχαν κρυφά αυτονομηθεί και είχαν συστήσει υποομάδα μέσα στο ίδιο δίκτυο, κλέβοντας χρήματα.
Discussion about this post