Νομίζω πως όταν έχεις την τύχη να παρακολουθείς έναν μεγάλο δημιουργό την ώρα της δουλειάς του, καταλαβαίνεις τα πάντα για αυτόν την ώρα που πραγματικά δημιουργεί. Βλέπεις πως λειτουργεί το θυμικό του, το πως κουνιούνται και λειτουργούν οι μυς του σώματος του, το πρόσωπό του, το πως κινούνται τα χέρια του. Είχα την σπάνια τύχη να δω τουλάχιστον δύο πολύ σημαντικούς δημιουργούς την ώρα της δουλειάς τους, την ώρα που δημιουργούσαν μια παράσταση, μια μουσική παράσταση. Ο ένας ήταν ο Μάνος Χατζιδάκις που σε εφηβική ηλικία είχα την σπάνια τύχη να παρακολουθήσω όλες τις πρόβες της πορνογραφίας, που τελικά δεν ήταν αυτό το σπουδαίο που περίμεναν όλοι, αλλά που για μένα ήταν σημαντικό γιατί είδα μπροστά μου τον Χατζιδάκι να δουλεύει. Το άλλο που δεν θα ξεχάσω ποτέ ήταν οι πρόβες της Μυθωδίας, που έγραψε και έστησε με μοναδικό τρόπο πριν καμιά 20 χρόνια στις στήλες του Ολυμπίου Διός ο Βαγγέλης Παπαθανασίου…
Μια σειρά από πρόβες σε ένα ολοκληρωμένο βέβαια έργο, όχι απλό, αντίθετα μάλλον πολύ σύνθετο και όσον αφορά στην εικόνα και όσον αφορά στη μουσική. Και έβλεπες τον Βαγγέλη Παπαθανασίου που στο μυαλό των περισσότερων ανθρώπων από τον πλανήτη είναι μια μάλλον σιωπηλή φιγούρα, τόσο αεικίνητο, να τρέχει πάνω κάτω και να εξηγεί σε όλους το ρόλο τους, τη θέση τους σε έναν έναν ξεχωριστά και μετά έναν έναν ξεχωριστά να τους ενώνει μεταξύ τους μέχρι να ολοκληρωθεί, το, ας πούμε, πάζλ της μεγαλειώδους παράστασης. Το αστείο είναι ότι τότε πολλοί είχαν διαμαρτυρηθεί γιατί δεν έπρεπε να δοθεί ένα αρχαίο μνημείο για κάτι τέτοιο, αλλά βέβαια μιλάμε για τον Βαγγέλη Παπαθανασίου. Ευτυχώς η Μεθωδία υπάρχει στο διαδίκτυο και πραγματικά αξίζει τον κόπο κάποιος να τη δει και κάποιος να παρατηρήσει το λόγο δίπλα στη μουσική, πέρα από την υπέροχη μουσική, τις φωνές κλπ…
Ο ευγενικός, σεμνός και αξιοπρεπής Βαγγέλης Παπαθανασίου
Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου ήταν ένας αξιαγάπητα ευγενικός και γλυκός άνθρωπος που είχε μια τέτοιου είδους συμπεριφορά, όπου η σεμνότητα και η αξιοπρέπεια ήταν άρρηκτα δεμένες με την φιλική διάθεση…
Είχα την τύχη να πάω σπίτι του στην Αθήνα, ένα σπίτι διακοσμημένο ιδιαίτερα όπως σαφέστατα ιδιαίτερος ήταν και ο ίδιος. Δεν ήταν κάτι το υπερβολικό. Δεν ήταν όμως και κάτι το συνηθισμένο. Και αν είχες μελετήσει τη μουσική του, ήταν κάτι απόλυτα ταιριαστό με αυτόν. Είχα την σπάνια τύχη να δεχτεί να φωτογραφήσω το Όσκαρ του, το οποίο διατηρούσε μέσα σε μια μπλε βελούδινη σαν σακούλα. Δεν φωτογραφήθηκε κρατώντας το, αλλά ο τρόπος που το διατηρούσε έδειχνε και το σεβασμό του απέναντι σε αυτό. Όταν μιλούσε ο Βαγγέλης Παπαθανασίου για το σινεμά ήταν μαγευτικός ακόμα και αν τύχαινε ενδεχομένως να διαφωνείς μαζί του. Ήξερε όμως τι έλεγε. Και το θέμα μουσική το κατείχε όσο ελάχιστοι και το θέμα σινεμά το κατείχε περισσότερο ως μέγας εραστής του. Ήταν πάντα δίπλα σε όλους του Έλληνες που έκαναν κάτι και μπορούσε να τους βοηθήσει και τα λεφτά δεν τον τρέλαιναν. Ούτε οι δόξες, ούτε οι τιμές παγκοσμίως. Παγκοσμίως, αλλά όχι και στην Ελλάδα. Από αξιοπρέπεια δεν το συζητούσε, αλλά το έβλεπες πως κάτι στο βάθος τον στεναχωρούσε, μια και η ίδια του η πατρίδα δεν τον φώναξε ποτέ στις μεγάλες διοργανώσεις της να βάλει το μαγικό του χέρι, όταν όλα σχεδόν τα κράτη του κόσμου σε ανάλογες περιπτώσεις τον είχαν πρώτο στη λίστα.
Νομίζω πως η λέξη που ταίριαζε πολύ στον Βαγγέλη Παπαθανασίου, ήταν η λέξη ντροπαλός. Δεν κουβαλούσε με κόπο τη δόξα του, αλλά δεν την άφηνε και να τον καπελώσει.
«Ποιο σινεμά; Υπάρχει σινεμά σήμερα;»
Πριν λίγα χρόνια έβγαλε ένα cd, νομίζω πως ήταν και το τελευταίο του αλλά δεν είμαι σίγουρος. Από δυο τρεις ανθρώπους που ήταν κοντά σε αυτόν και τη δισκογραφία του, του έστειλα ένα μήνυμα πως ήθελα να κάνουμε μια συνέντευξη μαζί για το cd, ξέροντας πως δεν θα μου τη δώσει και ήξερα και το λόγο που δεν είχε να κάνει με μένα αλλά ήθελα να του πω με τον τρόπο μου πως εγώ είμαι πάντα εδώ και σας σκέφτομαι πάντα με εκτίμηση. Δέκα μέρες μετά περίπου, ένα βραδάκι χτύπησε το τηλέφωνό μου και κάποιος – προφανώς γραμματέας του- με ρώτησε αν έχω το χρόνο να μιλήσω με τον κύριο Παπαθανασίου. Μου ήρθε βέβαια να βάλω τα γέλια με αυτήν την ερώτηση, αλλά αρκέστηκα σε ένα ασφαλώς. Άρχισε να μου ζητά σχεδόν συγνώμη που δεν θα μου δώσει συνέντευξη και μου εξήγησε το λόγο πως είχε βάλει στο συμβόλαιό του πως θα δώσει μόνο 4 συνεντεύξεις σε όλο τον κόσμο και αν έδινε μια 5η θα εκτίθετο. Φυσικά του εξήγησα ότι αυτό το τηλεφώνημα για μένα είναι σαν μου έδωσε 20 συνεντεύξεις και θα χαρώ όταν έρθει στην Αθήνα αν έχει χρόνο να βρεθούμε, να πιούμε έναν καφέ και να μιλήσουμε για σινεμά. Τον άκουσα να μου λέει από την άλλη άκρη του ακουστικού, από τος Παρίσι «Ποιο σινεμά; Υπάρχει σινεμά σήμερα;» και εκεί πιάσαμε μια μικρή συζήτηση για τον κινηματογράφο…
Αυτό που δεν θα ξεχάσω από τον Βαγγέλη Παπαθανασίου, από όλες τις φορές που έτυχε να βρεθούμε, να μιλήσουμε και να τον παρατηρήσω ήταν η λάμψη γεμάτη αγάπη που εξέπεμπαν τα μάτια του…
Discussion about this post