Σύμφωνα με τον ομότιμο καθηγητή Νεοτεκτονικής και Παλαιοσεισμολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Σπύρο Παυλίδη, ένα νέο, τελείως αχαρτογράφητο, τυφλό ρήγμα ευθύνεται για τους δύο ισχυρούς σεισμούς που «χτύπησαν» την Ελασσόνα αλλά και την ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλίας.
Συγκεκριμένα, ο κ. Παυλίδης μιλώντας στο ΑΠΕ, επεσήμανε χαρακτηριστικά ότι «μιλάμε για πρώτη φορά για ένα καινούριο, τυφλό ρήγμα στην περιοχή», προσθέτοντας ότι «ενώ μελετήσαμε και μελετούμε πάρα πολύ καλά εδώ και 30 χρόνια τα ρήγματα στην περιοχή», από τον συνδυασμό σεισμολογικών στοιχείων, κυρίως δορυφορικών και γεωλογικών επιφανειακών στοιχείων για τους σεισμούς που έγιναν προ ημερών στην Ελασσόνα, προέκυψε ότι «το πολύ γνωστό και μελετημένο ρήγμα του Τυρνάβου καθώς και το ρήγμα της κοιλάδας του Τιταρήσιου, ως προέκταση του γνωστού ρήγματος της Λάρισας, δεν ήταν τα σεισμογόνα ρήγματα, αν και φαίνεται ότι συλλειτούργησαν με το κυρίως σεισμογόνο ρήγμα».
Παράλληλα, ο ίδιος γνωστοποίησε ότι «για το άγνωστο, αχαρτογράφητο σεισμικό ρήγμα υπάρχουν και καταγράφηκαν σοβαρές επιφανειακές γεωλογικές ενδείξεις, που το εντοπίζουν σε σχιστολιθικά και γνευσιακά πετρώματα, όπου έδρασε ως κρυμμένο- τυφλό ρήγμα».
Επισημαίνεται ότι σχετική ανακοίνωση εξέδωσε η Ερευνητική Ομάδα Γεωλογίας των Σεισμών του τμήματος Γεωλογίας του ΑΠΘ, αποτελούμενη από τον κ. Παυλίδη, τον Αναπλ. καθηγητή Αλέξανδρο Χατζηπέτρο, τον γεωλόγο, πολιτικό μηχανικό Ευάγγελο Κρεμαστά και τον μεταπτυχιακό φοιτητή Αθανάσιο Χατζηιωάννου, που πραγματοποίησε γεωλογική έρευνα στην ευρύτερη περιοχή του σεισμού.
Ο κ. Παυλίδης υπογράμμισε παράλληλα ότι «κάθε σεισμός δίνει επιπλέον στοιχεία τόσο για να κατανοοούμε επιστημονικά αλλά κυρίως να στοχεύουμε στην αντισεισμική θωράκιση της χώρας». Επιπλέον ανέφερε ως παράδειγμα τον σεισμό της Ανδραβίδας στη βορειοδυτική Πελοπόννησο, για τον οποίο σχολίασε: «το ίδιο το ρήγμα δεν έφτανε στην επιφάνεια και εκείνο ήταν κρυφό, τυφλό, όπως ονομάζονται αυτά τα ρήγματα διεθνώς. Ο συνδυασμός των επιφανειακών ρηγμάτων μας οδήγησε στο συμπέρασμα πως υπήρχε από κάτω ένα τυφλό ρήγμα.
Την ίδια δουλειά κάναμε και τώρα. Προσπαθούμε να βρούμε, συνδυάζουμε σεισμολογικά, κυρίως τα δορυφορικά που μας βοηθούν πάρα πολύ καλοί συνάδελφοι, και γεωλογικά επιφανειακά στοιχεία για να κατανοήσουμε γιατί αυτό το ρήγμα -ενώ τα άλλα έχουν πολύ καλή γεωμορφολογική έκφραση στην επιφάνεια- αυτό δεν είχε και μας αιφνιδίασε». Για το νέο, τυφλό ρήγμα στην Ελασσόνα, διευκρίνισε ότι «ήταν πάρα πολύ κοντά με το ρήγμα Τυρνάβου», ανέφερε ότι «και αυτό το ρήγμα είναι 25 χιλιόμετρα, όπως και το ρήγμα Τυρνάβου» και σημείωσε ότι το νέο ρήγμα «είναι λίγο μεγαλύτερο, γι’ αυτό και μας έδωσε και δύο σεισμούς τελικά».
Στο μεταξύ, η ερευνητική ομάδα Γεωλογίας των Σεισμών του τμήματος Γεωλογίας του ΑΠΘ, κατέγραψε και χαρτογράφησε δεκάδες εμφανίσεις ρευστοποίησης εδαφών, με τη μορφή «κρατήρων» και ροών άμμου, από πίδακες υπόγειου νερού. Η ανακοίνωση αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «ρευστοποιήσεις παρατηρήθηκαν στις περιοχές κατά μήκος του Πηνειού, στην περιοχή μεταξύ Κουτσόχερου και Πηνειάδας, καθώς και στην κοιλάδα του Τιταρήσιου ποταμού, όπως στο χωριό Βλαχογιάννι».
Περιγράφοντας το συγκεκριμένο φαινόμενο, ο κ. Παυλίδης έκανε λόγο για συνηθισμένο αλλά εντυπωσιακό φαινόμενο σε σεισμούς που εκδηλώνονται σε χαλαρά εδάφη, κάτω από τα οποία υπάρχουν στρώματα άμμου ή μικροκροκάλες που συνυπάρχουν με νερό, δηλαδή ο υδροφόρος ορίζοντας βρίσκεται σε μικρό βάθος. «Κατά τη διάρκεια του σεισμού αυτά τα στρώματα, σε λίγα δευτερόλεπτα, συμπεριφέρονται ως ρευστά, στην προκειμένη περίπτωση σαν νερό. Πιέζονται από τα σεισμικά κύματα και όπου βρεθεί ευαίσθητο σημείο, το έδαφος πετάγεται σαν πίδακας κατά τη διάρκεια του σεισμού. Μερικές φορές αυτό διαρκεί από λίγα λεπτά ως και μισή και μία ώρα, ενώ υπάρχει ροή άμμου που δημιουργεί κρατήρες ή βουναλάκια ή ροές άμμου», τόνισε ο κ. Παυλίδης.
Σημείωσε ακόμη ότι οι κάτοικοι της περιοχής εντυπωσιάστηκαν από το φαινόμενο, παραξενεύτηκαν απ’ αυτό αρκετά, ενώ υπογράμμισε ότι η σχετική γνώση είναι πολύτιμη για τη λήψη μέτρων πρόληψης σε περιοχές όπου οι πόλεις επεκτείνονται σε χαλαρά εδάφη. «Το να χτίζονται κτίρια σε τέτοια εδάφη είναι τρομερά επικίνδυνο. Αυτό το έχουμε δει εντυπωσιακότατα στον σεισμό της Τουρκίας, της Νικομήδειας το ‘99, όπου πολυκατοικίες ολόκληρες δεν ράγιζαν καθόλου αλλά άρχισαν να βουλιάζουν και ο πρώτος όροφος τους να γίνεται ισόγειο ή να γέρνει η πολυκατοικία ή και να ανατρέπεται ακόμη, να βγαίνουν τα θεμέλιά της επάνω», σχολίασε. Τόνισε, τέλος, τη σημασία της διενέργειας γεωλογικών και εδαφομηχανικών μελετών στις επεκτάσεις των πόλεων.
Πηγή: OTAVOICE
Discussion about this post